Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

9 ΜΑΪΟΥ: ΔΙΠΛΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ: 1936 & 1945

Γιατί η 9η του Μάη αποτελεί τόσο σημαντική ημερομηνία; 
Πρόκειται για διπλή επέτειο. 

Διαβάστε παρακάτω:

1) για την εργατική εξέγερση του 1936 στη Θεσσαλονίκη:

Τετάρτη 29 Απρίλη 1936. Δώδεκα χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης - εκ των οποίων περίπου το 70% γυναίκες - αυτή τη μέρα δεν πιάνουν δουλιά, αλλά κατεβαίνουν σε απεργία, ύστερα από απόφαση του συνδικαλιστικού τους φορέα, της Πανελλήνιας Καπνεργατικής Ομοσπονδίας (ΠΚΟ). Κυριότερο αίτημά τους έχουν την αύξηση των ημερομισθίων στις 120 - 135 δραχμές με την εφαρμογή της σύμβασης του 1924 (Η σύμβαση αυτή που είχε ονομαστεί και «σύμβαση Παπαναστασίου», προέβλεπε ότι ο μέσος όρος του ημερομισθίου των καπνεργατών θα έπρεπε να αντιστοιχεί σε 8 χρυσές δραχμές. Αυτό σήμαινε ότι το 1936 οι καπνεργάτες έπρεπε να παίρνουν ημερομίσθιο 140-150 δραχμών. Πληρώνονταν όμως με 40-50 δρχ. που με κάποιες επιμέρους αυξήσεις έφταναν τις 75-80. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι εξαιτίας της μεγάλης ανεργίας, πολλοί καπνεργάτες δούλευαν τζάμπα (κυρίως γυναίκες) έχοντας συμφωνήσει με τα αφεντικά να τους κολλάνε μόνο τα ένσημα στο ΤΑΚ (Ταμείο Ασφάλισης Καπνεργατών) για να μην χάνουν το δικαίωμα της περίθαλψης). Η απεργία ξεκινάει από τις 9.30 το πρωί. Τα καπνομάγαζα κλείνουν και οι απεργοί κατευθύνονται αρχικά στα γραφεία της Ομοσπονδίας και στη συνέχεια στον κινηματογράφο «Πάνθεον», όπου έχουν συγκέντρωση, για να συζητήσουν και να αποφασίσουν τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για την περιφρούρηση του αγώνα τους. Εξω από τον κινηματογράφο, η αστυνομία με ισχυρές δυνάμεις δείχν
ει τα δόντια της, έτοιμη, ανά πάσα στιγμή να επιδοθεί στο ...θεάρεστο έργο της.

Οι απεργοί αγνοούν την προκλητική αστυνομική παρουσία, εκλέγουν Κεντρική Επιτροπή Αγώνα και στις 12.30 το μεσημέρι η Επιτροπή κάνει παράσταση στον γενικό Διοικητή Μακεδονίας Κ. Πάλλη με το υπόμνημα των αιτημάτων των καπνεργατών. Την ίδια μέρα ξεσπά η απεργία στο Βόλο και τις Σέρρες.

Πολύ γρήγορα, η απεργία επεκτείνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Την Πέμπτη 30 Απρίλη στην απεργία κατεβαίνουν τα Σωματεία καπνεργατών στην Καβάλα και στη Δράμα. Το Σάββατο 2 Μάη θα προστεθούν τα Σωματεία Αγρινίου, Κομοτηνής, Σάμου, Σιδηροκάστρου, Προσοτσάνης, Νιγρίτας, Ξάνθης, Λαγκαδά, Σιάτιστας, Καρδίτσας, Πειραιά κ.ά. Την Τρίτη 5 Μάη - 7η μέρα της απεργίας, κατεβαίνουν σε συμπαράσταση στη Θεσσαλονίκη οι κλωστοϋφαντουργοί, οι χαρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες. Στις 6 Μάη το μεσημέρι μέλη φασιστικών οργανώσεων τους οποίους χρησιμοποιεί το κράτος πυροβολούν και τραυματίζουν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρονών.

Την επομένη, 7 Μάη, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης καλεί την εργατική τάξη σε επιφυλακή για 24ωρη απεργία συμπαράστασης. Εν τω μεταξύ, η εργατική τάξη της Ελλάδας συμπαραστέκεται στους απεργούς. Οι πιο μαζικές ομοσπονδίες του Ηλεκτρισμού, Δέρματος, Οικοδόμων, Επισιτισμού, Ιματισμού, Κουρέων, Αρτεργατών, Φυματικών, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Αθήνας, με τηλεγραφήματά τους προς τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας τονίζουν ότι αν δε λυθούν τα δίκαια αιτήματα των Καπνεργατών, των τσαγκαράδων και υφαντουργών και σε περίπτωση που εφαρμοστούν τα τρομοκρατικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν, η εργατιά όλης της χώρας θα κατέβει σε πανελλαδική απεργία. Αυτή τη μέρα φτάνει στη Θεσσαλονίκη, επιστρέφοντας από το Βελιγράδι, ο πρωθυπουργός της χώρας και μετέπειτα δικτάτορας Ι. Μεταξάς, ο οποίος σε κοινή σύσκεψη που είχε με τον Γενικό Διευθυντή και τον Σωματάρχη του Γ΄ Σώματος Στρατού δίνει το «πράσινο φως» για την καταστολή της απεργίας.

Σε λίγες ώρες, η συμπρωτεύουσα θα ζούσε μια από τις ηρωικότερες και τραγικότερες σελίδες της ιστορίας της.
Στις 8 Μάη, λίγο πριν το μεσημέρι, εφτά χιλιάδες απεργοί της Θεσσαλονίκης κατευθύνθηκαν προς τη γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος, για να απαιτήσουν την άμεση επίλυση των αιτημάτων τους. Δυνάμεις έφιππης και πεζής χωροφυλακής προσπάθησαν να τους σταματήσουν, χωρίς όμως να το πετύχουν. Τότε άρχισαν να πυροβολούν κατά του άοπλου πλήθους, που ύστερα από το πρώτο σοκ ανασύνταξε τις δυνάμεις του κι άρχισε να στήνει οδοφράγματα. Την ίδια ώρα, άλλη διαδήλωση από τρεις χιλιάδες περίπου εργάτες, που κατευθυνόταν επίσης προς το διοικητήριο, δέχτηκε κι αυτή επίθεση από τους χωροφύλακες. Οι εργάτες κατάφεραν να σπάσουν τις ζώνες των χωροφυλάκων και να ενωθούν με τους συναδέλφους τους στα οδοφράγματα.

Μέσα σε λίγη ώρα τα νέα είχαν φτάσει σε κάθε σημείο της πόλης κι ο κόσμος κατέβαινε από τις συνοικίες προς το κέντρο για να βοηθήσει τους αγωνιζόμενους εργάτες. Οι αρχές τρομοκρατήθηκαν. Ο Διοικητής της φρουράς Θεσσαλονίκης έδωσε διαταγή στο στρατό να χτυπήσει τους διαδηλωτές αλλά οι φαντάροι δεν υπάκουσαν. Τρεισήμισι ώρες κράτησαν οι οδομαχίες και τελικά οι διαδηλωτές υποχώρησαν. Πολλοί εργάτες είχαν τραυματιστεί αλλά η αγανάκτηση το λαού ήταν στο κατακόρυφο. Το βράδυ, πολλά σωματεία της Θεσσαλονίκης (αυτοκινητιστές, λιμενεργάτες, οικοδόμοι, τροχιοδρομικοί κ.ά.) κήρυξαν απεργία. Η κυβέρνηση σε απάντηση προχώρησε στην έκδοση διατάγματος επιστράτευσης των τροχιοδρομικών και των σιδηροδρομικών και διέταξε το Γ΄ Σώμα Στρατού να λάβει εξαιρετικά μέτρα προς εξασφάλιση της τάξης.

«Η αστυνομία - έγραφε ο «Ριζοσπάστης» αναφερόμενος στα γεγονότα της 8ης Μαΐου - έδειξε σήμερα καθαρά πως παίζει το ρόλο του υπηρέτη του καπνεμπορικού και του άλλου κεφαλαίου. Με αγριότητα και βανδαλισμούς επιτέθηκε κατά των άοπλων καπνεργατών και καπνεργατριών, των υφαντουργών, των μικρών κοριτσιών (12 ως 15 χρόνων) και τους ματοκύλισε. Επί 3 1/2 ώρες η Θεσσαλονίκη βρισκότανε χτες σε κατάσταση μάχης, μεταξύ των δυνάμεων της αστυνομίας και ενός μέρους της εργατικής τάξης. Η στάση της αστυνομίας έχει εξεγείρει όλο το λαό».

Την επομένη, 9 Μαΐου, η απεργία στη συμπρωτεύουσα είχε γενικευτεί. Μαζί με τους εργάτες κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και οι επαγγελματίες, οι βιοτέχνες και οι φοιτητές. «Την πρωίαν της 9ης Μαΐου - γράφει ο Γρ. Δαφνής - απήργησαν εις ένδειξιν αλληλεγγύης οι λιμενεργάται, αρτεργάται, μυλεργάται, εργάται πλεκτηρίων και άλλων κλάδων, έτσι που το σύνολο των απεργούντων εργατών εις Θεσσαλονίκην ανήλθε εις 25.000 περίπου. Οι δε έμποροι και επαγγελματίαι έκλεισαν τα καταστήματά των. Ολόκληρος δηλαδή ο λαός της Θεσσαλονίκης, ο εργαζόμενος, ενεφανίζετο ηνωμένος εις την κατά των κυβερνητικών μέτρων διαμαρτυρίαν».

Ετσι οι χωροφύλακες από νωρίς το πρωί άρχισαν τις επιθέσεις εναντίον εργατικών συγκεντρώσεων. Η πρώτη σοβαρή σύγκρουση έγινε μεταξύ χωροφυλακής και απεργών αυτοκινητιστών στην οδό Εγνατίας. Οι χωροφύλακες χτύπησαν στον ψαχνό και σε λίγο έπεσε ο πρώτος νεκρός απεργός: ήταν ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. «Το πλακόστρωτο και οι γύρω δρόμοι βάφονται με αίμα. Παντού ακούγονται αγκομαχητά των πληγωμένων και οι κατάρες του πλήθους ενάντια στους φονιάδες. Γίνεται διαδήλωση με το νεκρό εργάτη πάνω σε μια πόρτα μπροστά προς το Διοικητήριο, από το οποίο απουσιάζει ο Διοικητής, όχι, όμως και οι χωροφύλακες που το φυλάνε πάνοπλοι. Την ίδια ώρα οι καμπάνες σε όλες τις συνοικίες κτυπάν συναγερμό, ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους και κατηφορίζει προς το Κέντρο. Πορείες με υψωμένες τις γροθιές ενώνονται με τους απεργούς, ενώ κόκκινα λάβαρα βαμμένα από το αίμα των δολοφονημένων εργατών ανεμίζουν. Οι πρώτοι νεκροί: Β. Σταύρου, Ιντο Σενόρ, Γ. Πανόπουλος, Αγλαμίδης, Σαλβατόρ Ματαράσο, Δημ. Λαϊλάνης, Σ. Διαμαντόπουλος, Γιάννης Πιτάρης, Ευθύμης Μάνος, Μανώλης Ζαχαρίου, Αναστασία Καρανικόλα».

Οι μαζικές δολοφονίες διαδηλωτών αντί να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση, τη θεριεύουν προκαλώντας νέα κύματα οργής και αγανάκτησης. Ολη η πόλη έχει ξεσηκωθεί ενώ οι στρατιώτες παραβαίνουν τις διαταγές, αρνούνται να σηκώσουν όπλο κατά του λαού και συγκρούονται με τους χωροφύλακες.

Το μεσημέρι ο διοικητής του Γ΄ Σώματος Στρατού διατάσσει τους χωροφύλακες να κλειστούν στα αστυνομικά τμήματα, δίνει εντολή σε αξιωματικούς του στρατού να αναλάβουν τη Διοίκηση των αστυνομικών τμημάτων, και βγάζει ανακοίνωση που απαγορεύει κάθε συγκέντρωση ακόμα και λίγων ατόμων σε κλειστό ή ανοιχτό χώρο, ενώ κλείνει και τα μαγαζιά της Θεσσαλονίκης. Το γεγονός αυτό αντί να δράσει καταπραϋντικά οξύνει ακόμη περισσότερο τα πνεύματα. Στις 5 μ.μ. πραγματοποιείται νέα λαϊκή συγκέντρωση στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου χωρίς να υπάρξουν επεισόδια. Οι συγκεντρωμένοι εκδίδουν ψήφισμα το οποίο λέει:

«Απας ο λαός της Θεσσαλονίκης συγκεντρωθείς εις παλλαϊκήν συγκέντρωσιν και ακούσας των ρητόρων, αποφασίζει:
Εκφράζει τον αποτροπιασμόν και την αγανάκτησίν του διά τους δολοφόνους.
Διαδηλώνει τη συμπάθειάν του προς τους αγωνιζόμενους απεργούς.

Και ζητεί: 
Παραίτησιν της κυβερνήσεως.
Αμεσον σύλληψιν του διευθυντού της Αστυνομίας Ντάκου και την αντικατάστασιν του Γενικού Διοικητού Πάλλη.
Επίλυση όλων των αιτημάτων των απεργών και ακύρωσιν της αποβολής του φοιτητή Καββαδία.
Απελευθέρωσιν όλων των συλληφθέντων.
Απόδοσιν των θυμάτων εις τα εργατικά Σωματεία προς κήδευσιν.
Να επιτραπεί αύριον η τέλεσις παλλαϊκού μνημοσύνου.

Δηλώνει:
ότι θα συνεχίσει την απεργίαν μέχρις της πλήρους επιλύσεως όλων των αιτημάτων και αναθέτει εις τον Διοικητήν του Γ. Σ. Στρατού τη διαβίβασιν του παρόντος ψηφίσματος εις την κυβέρνησιν».

Το βράδυ της 9ης Μαΐου ο λαός της Θεσσαλονίκης είναι η πραγματική εξουσία στην πόλη. «Οι αρχές είχαν ουσιαστικά καταλυθεί. Οι συνοικισμοί όλοι είχαν καταληφθή από τους διαδηλωτάς», γράφει ο επιμελητής του ημερολογίου του Ιωάννη Μεταξά, Π. Σιφναίος. Και ο Γρ. Δαφνής συμπληρώνει: «Τη νύκτα της 9ης προς 10η Μαΐου, ούτε ο Γενικός Διοικητής, ούτε ο Σωματάρχης, ούτε καμία άλλη αρχή ημπορούσε να ασκήση εξουσίαν! Ητο εκτός πάσης αμφιβολίας ότι ο λαός της Θεσσαλονίκης ήτο κύριος της καταστάσεως».

Μπρος σε αυτή την κατάσταση το βράδυ της 9ης Μάη του 1936 ο πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς έδωσε διαταγή ένα σύνταγμα στρατού από τη Λάρισα να μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη και μοίρα του στόλου να καταπλεύσει στο λιμάνι της πόλης προς αντιμετώπιση των εργατών που βρίσκονταν σε απεργία. Ταυτόχρονα, προέβη σε δηλώσεις με τις οποίες δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνειών αναφορικά με τις προθέσεις του: «Κατέστη φανερόν - τόνισε - ότι οι σκοποί οι επιδιωκόμενοι από τους διευθύνοντας την απεργιακήν κίνησιν είναι πολιτικοί, ανατρεπτικοί. Αν ήσαν οικονομικοί θα εδέχοντο οι ιθύνοντες τας δύο εργατικάς ομοσπονδίας την λύσιν, την οποίαν η κυβέρνησις επέβαλε εις τους καπνεμπόρους, και η οποία όχι μόνον καθορίζει κατώτατον ημερομίσθιον 90 δραχμών, αλλά προβλέπει και περί μέσου ημερομισθίου 100 περίπου δραχμών... Η κυβέρνησις δε θα εμποδίση βεβαίως το δικαίωμα της απεργίας από εκείνους οι οποίοι το έχουν, αλλά δε θα επιτρέψη διατάρραξιν της τάξεως. Οσοι το επιχειρήσουν, θα συναντήσουν το κράτος του νόμου».

Το πόσο σεβόταν το δικαίωμα της απεργίας ο Μεταξάς αλλά και τι εσήμαινε το κράτος του νόμου, οι εργάτες της Θεσσαλονίκης το ένιωσαν στο πετσί τους εκείνες τις μέρες. Το διαπίστωσε επίσης ολόκληρος ο ελληνικός λαός λίγους μήνες αργότερα, όταν επιβλήθηκε το δικτατορικό καθεστώς της 4ης Αυγούστου με ηγέτη του τον Ιωάννη Μεταξά. Αν αξίζει όμως μια παρατήρηση για την προαναφερόμενη δήλωση του, τότε οφείλουμε να σημειώσουμε πως αυτή η δήλωση είναι μια δήλωση καρμπόν που εκφέρεται, πανομοιότυπα, πάντοτε από τα χείλη του εκάστοτε πρωθυπουργού ή υπουργού, στο πλαίσιο του αστικού καθεστώτος - με δικτατορική ή κοινοβουλευτική μορφή διακυβέρνησης - όταν αυτό το καθεστώς βρίσκεται αντιμέτωπο με εργατικές - λαϊκές κινητοποιήσεις, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτές είναι πετυχημένες.

Τελικά τα πράγματα δεν οδηγήθηκαν σε νέα σύγκρουση δεδομένου ότι η απεργία λύθηκε με συμβιβασμό που επιτεύχθηκε σε κεντρικό επίπεδο στον οποίο συνέβαλε και η Ενωτική ΓΣΕΕ με επικεφαλής τον Κ. Θέο. 

2) Για την αντιφασιστική νίκη, τη συντριβή των Γερμανών ναζί το 1945:

Εξήντα έξη χρόνια μετά την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών, αυτό που επιδιώκεται να αποκρυφτεί είναι το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι αυτή η νίκη ήταν αποτέλεσμα, κυρίως, της δράσης της Σοβιετικής Ενωσης. Αυτή η πραγματικότητα ξεπηδούσε από τα πεδία των μαχών. Και αν τότε κανείς δεν ήταν σε θέση να την αμφισβητήσει, σήμερα αυτό ουδόλως αναφέρεται, πολύ περισσότερο που υποβαθμίζεται από την επίσημη ιστορία αυτή η ίδια η σημασία της αντιφασιστικής νίκης.

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος για την Ευρώπη τελείωσε στις 9 Μαΐου του 1945 43 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα, ή αλλιώς την 0.43' π.μ., όταν οι στρατιωτικοί εκπρόσωποι της χιτλερικής Γερμανίας ενώπιον των αντιπροσώπων της αντιφασιστικής συμμαχίας υπέγραψαν την Πράξη Συνθηκολόγησης άνευ όρων της χώρας τους. Η υπογραφή της Πράξης Συνθηκολόγησης έγινε στην αίθουσα της στρατιωτικής σχολής μηχανικού, στο προάστιο Κάρλσχορστ του Βερολίνου. Από γερμανικής πλευράς παραβρέθηκαν οι πληρεξούσιοι της ανώτατης γερμανικής στρατιωτικής διοίκησης, στρατάρχης Κάιτελ, ναύαρχος Φρίντερμπουργκ και στρατηγός της αεροπορίας Στουμπφ.

Εκ μέρους των χωρών της αντιχιτλερικής συμμαχίας παρόντες ήταν: Από μέρους της ΕΣΣΔ ο στρατάρχης Γ. Κ. Ζούκοφ, από μέρους της Αγγλίας ο στρατάρχης της αεροπορίας Α. Τέντερ, από τις ΗΠΑ ο στρατηγός Κ. Σπάατς και από μέρους της Γαλλίας ο στρατηγός Ντε Λατρ ντε Τασινί. Την τελετή της γερμανικής συνθηκολόγησης παρακολούθησε ο τότε Σοβιετικός υφυπουργός Εξωτερικών Α. Γ. Βισίνσκι, καθώς και πλήθος δημοσιογράφων και φωτορεπόρτερς από την ΕΣΣΔ και τη Δύση.

«Εμείς, οι αντιπρόσωποι της Ανωτάτης Διοίκησης των Σοβιετικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Ανωτάτης Διοίκησης των συμμαχικών στρατευμάτων - είπε ο στρατάρχης Ζούκοφ ανοίγοντας τη συνεδρίαση - είμεθα εξουσιοδοτημένοι από τις κυβερνήσεις του αντιχιτλερικού συνασπισμού να δεχτούμε την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας από τη Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση. Καλέσατε στην αίθουσα τους αντιπροσώπους της Γερμανικής Γενικής Διοίκησης».

Μόλις η γερμανική αντιπροσωπεία μπήκε στην αίθουσα, ο Ζούκοφ ζήτησε να πληροφορηθεί αν οι εν λόγω Γερμανοί στρατιωτικοί είχαν εξουσιοδότηση να υπογράψουν τη συνθηκολόγηση. Κι όταν αυτό επιβεβαιώθηκε, άρχισε η διαδικασία της υπογραφής. Πρώτος υπέγραψε ο στρατάρχης Κάιτελ και στη συνέχεια ακολούθησαν ο στρατηγός Στουμπφ και ο ναύαρχος Φον Φρίντερμπουργκ. Τώρα πια ο πόλεμος είχε τερματιστεί και τυπικά.

Στο πρώτο της άρθρο η Πράξη Συνθηκολόγησης δεν άφηνε περιθώρια παρερμηνειών. Εγραφε: «Οι κάτωθι υπογεγραμμένοι, ενεργώντας εξ ονόματος της Γερμανικής Ανώτατης Διοίκησης, συμφωνούμε με την άνευ όρων παράδοση όλων των ενόπλων δυνάμεών μας κατά ξηράν, θάλασσα και αέρα, καθώς και όλων των δυνάμεων που βρίσκονται τώρα υπό τη γερμανική διοίκηση, προς την Ανώτατη Διοίκηση του Κόκκινου Στρατού και ταυτόχρονα προς την Ανώτατη Διοίκηση των συμμαχικών εκστρατευτικών δυνάμεων».

Το πρωί της 9ης Μαΐου ο πόλεμος για την Ευρώπη ήταν παρελθόν. Ενα φρικιαστικό παρελθόν, που όσο μεγάλη κι αν ήταν η χαρά της νίκης, δεν μπορούσε να το σβήσει από τις μνήμες των ανθρώπων, ιδιαίτερα των σοβιετικών ανθρώπων. Πάνω από 20.000.000 νεκρούς είχε δώσει η Σοβιετική Ενωση για να ξημερώσει η 9η Μαΐου. Δύο στους πέντε νεκρούς του πολέμου ήταν Σοβιετικοί πολίτες, ενώ το σύνολο των νεκρών της Αγγλίας και των ΗΠΑ ήταν αντίστοιχα 375.000 και 405.000. Επίσης οι χιτλερικοί κατέστρεψαν στη σοβιετική γη 1.710 πόλεις και κωμοπόλεις, έκαψαν και ξεθεμελίωσαν πάνω από 70 χιλιάδες χωριά, κατέστρεψαν 32 χιλιάδες περίπου βιομηχανικά εργοστάσια, 65.000 χιλιόμετρα σιδηροδρομικές γραμμές, λήστεψαν 98 χιλιάδες κολχόζ, 1.876 σοβχόζ, 2.890 μηχανοτρακτερικούς σταθμούς.

Το συνολικό ύψος των υλικών ζημιών από τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο σε ό,τι αφορά τις ευρωπαϊκές χώρες ανέρχεται στα 260 δισεκατομμύρια δολάρια, εκ των οποίων τα 128 δισεκατομμύρια δολάρια αναλογούν στην ΕΣΣΔ. Αν τώρα σ' αυτό το ποσό προστεθούν και τα 357 δισεκατομμύρια δολάρια που είναι οι σοβιετικές πολεμικές δαπάνες, τότε προκύπτει ότι ο Β` Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε στην ΕΣΣΔ το κολοσσιαίο ποσό των 485 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δηλαδή ένα ποσό αρκετά μεγαλύτερο απ' αυτό που δαπάνησαν ΗΠΑ, Αγγλία και Γαλλία μαζί.

Πρέπει, τέλος, να αναφερθεί και μια άλλη κατηγορία στοιχείων του Β` Παγκοσμίου Πολέμου που δείχνει την προσφορά της ΕΣΣΔ στην αντιφασιστική νίκη. Συγκεκριμένα, στις μάχες που έγιναν στο σοβιετογερμανικό μέτωπο η χιτλερική Γερμανία έχασε το 80% της δύναμης της. Από τις 22/6/1941 που τα ναζιστικά στρατεύματα εισέβαλαν στην ΕΣΣΔ έως τις 9/5/1945 στο Ανατολικό Μέτωπο καταστράφηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν 607 γερμανικές μεραρχίες, αριθμός που είναι τριπλάσιος έως και τετραπλάσιος σε σχέση με τις απώλειες των Ναζί σε όλα τ' άλλα μέτωπα είτε στη Βόρειο Αφρική, είτε στην Ιταλία, είτε στη Δυτική Ευρώπη.

Αν σημειώνουμε την προσφορά της ΕΣΣΔ για την επίτευξη της αντιφασιστικής νίκης, δεν το κάνουμε για να μειώσουμε τη θυσία των υπολοίπων λαών για την επίτευξη του κοινού σκοπού, που ήταν η συντριβή του φασιστικού άξονα. Αλλωστε ένας λαός που πρωτοστάτησε για τη συντριβή του φασισμού κι αναδείχτηκε ανάμεσα στους πρωταγωνιστές θυσιών στην Ευρώπη και γενικότερα στον κόσμο είναι ο ελληνικός λαός. Η ιδιαίτερη αναφορά στην ΕΣΣΔ έχει να κάνει με το γεγονός ότι χωρίς τη δική της προσφορά θυσιών, είναι αμφίβολο αν τελικά θα υπήρχε αντιφασιστική νίκη και απολύτως βέβαιο πως αν η νίκη αυτή γινόταν κατορθωτή, θα ήταν ποιοτικά διαφορετική απ' ό,τι τη γνωρίσαμε. Οι ελευθερίες που γνώρισαν οι λαοί σε Ανατολή και Δύση μετά τον πόλεμο ασφαλώς δε θα υπήρχαν ή θα υπήρχαν στο ελάχιστο αν απουσίαζε από το ιστορικό μεταπολεμικό προσκήνιο η ισχυρή Σοβιετική Ενωση που γνωρίσαμε. Η σημερινή απουσία της επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές. Αλλά κι αν ακόμη τα πράγματα δεν είναι όπως τα περιγράφουμε, ποιος μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι χωρίς την ΕΣΣΔ η ήττα του φασιστικού άξονα θα καθυστερούσε δραματικά και το κόστος θα ήταν ανυπολόγιστα τεράστιο, σε σχέση με αυτό που γνωρίζουμε, για ολόκληρη την ανθρωπότητα; 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου